Δέσποινα Εμπέογλου: Ψυχανάλυση και εφηβεία. Κλινικά και θεωρητικά ορόσημα.

Επιμ. Γεράσιμος Στεφανάτος
Εστία, Αθήνα, 2013, 570 σσ. 570

Το βιβλίο Ψυχανάλυση και εφηβεία. Κλινικά και θεωρητικά ορόσημα κυκλοφόρησε το Μάιο του 2013 από τις εκδόσεις της Εστίας με την επιμέλεια του Γεράσιμου Στεφανάτου. Ο Γερ. Στεφανάτος, ο οποίος διευθύνει τη σειρά Ψυχαναλυτικά των εκδόσεων, είναι παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής, με πολύχρονη πείρα στο χώρο της εφηβείας, αλλά και στο χώρο της ψυχανάλυσης, την οποία ασκεί στην Ελλάδα από το 1989, ενώ έχει εκπαιδευτεί και εργαστεί στο Παρίσι σε πολλούς θεραπευτικούς θεσμούς.

Αναφέρομαι στον «επιμελητή» αυτού του βιβλίου καθώς επιθυμώ να αναδείξω τη σύνδεση των κειμένων που μεταφράζονται και παρατίθενται σε αυτό με την πορεία της σκέψης και τις ψυχαναλυτικές αναζητήσεις του Γερ. Στεφανάτου και της ομάδας των κλινικών που εργάζονται μαζί του. Διαβάζοντας αυτή την εργασία μου δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσω το νήμα της σκέψης και της επιθυμίας τους που διατρέχει τα κείμενα, τα συνδέει και τα αντιπαραβάλλει ιστορικά και θεωρητικά. Η σύνδεση αυτή αποτελεί το διαφοροποιητικό στοιχείο της παρούσας έκδοσης με άλλες αντίστοιχες, όπου η επιλογή των κειμένων και η συρραφή τους δεν εμπνέεται πάντα από έναν εσωτερικό λόγο ή και έναν διάλογο των συγγραφέων επί του θέματος, αλλά πρόκειται για μια λιγότερο ή περισσότερο στείρα παράθεση πιο κλασικών ή πιο σύγχρονων μελετών.

Παρά τον αριθμό και των πλούτο των κειμένων που συμπεριλαμβάνει, το βιβλίο αυτό δε συστήνεται, κατά τη γνώμη μου,  ως μια  βιβλιογραφική πηγή σε θέματα εφηβείας και ψυχανάλυσης. Διαβάζεται, καταρχήν, ως μια διαδοχή   και ταυτόχρονα  ως ένα σύνολο κειμένων: το καθένα πολύ σημαντικό για την εποχή και τη θέση του στη σκέψη των συγγραφέων, αλλά και ανεξάρτητο από αυτήν, ως μέρος του συνόλου που φέρει τη σφραγίδα αυτού του εγχειρήματος.

Μέσα από τα κείμενα των S. Freud, AnnaFreud, PeterBlos, D. Winnicott,  Egle και MosesLaufer, Ph. Gutton, Fr. Ladame, 
R. Cahn, P. Aulagnier, Ev. Kestemberg, J.L. Donnet, D. Agostini, C. Bronstein,  J.J. Rassial,  και  από ένα κείμενο του
Γερ. Στεφανάτου, ο οποίος γράφει επίσης την εισαγωγή και τα επιλεγόμενα, ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει την εξέλιξη της ψυχαναλυτικής σκέψης για την εφηβεία ή ίσως και της ψυχανάλυσης με αφορμή την εφηβεία στον ευρωπαϊκό χώρο. Οι μεταφράσεις γίνονται από τα γαλλικά, γλώσσα στην οποία οι «μεταφραστές», ειδικοί στο χώρο της ψυχικής υγείας των εφήβων και ψυχαναλυτές, διαβάζουν, γράφουν και σκέφτονται τα θέματα της ψυχανάλυσης. Πραγματοποιούν ως εκ τούτου αποδόσεις των κειμένων που  είναι πιστές στο πνεύμα των συγγραφέων τους.   Προερχόμενοι δε, όπως και ο Γερ. Στεφανάτος, από το γαλλόφωνο ψυχαναλυτικό χώρο, έχουν παρακολουθήσει, μέσα από την προσωπική πορεία τους, τη δυναμική της διαλεκτικής των ψυχαναλυτικών εννοιών για την εφηβεία, όπως αναπτύσσεται τα τελευταία τριάντα χρόνια από τους πιο σύγχρονους ψυχαναλυτές στο «τρίγωνο» Αγγλίας - Γαλλίας- Ελβετίας.

Ξεκινώντας από το Freud και τις θέσεις του για τους «Μετασχηματισμούς της ήβης», όπως τις  διατύπωσε στα «Τρία Δοκίμια για τη θεωρία της σεξουαλικότητας» από το 1905 και έπειτα, μελετάται κατόπιν η σημασία που έδωσε η AnnaFreud στην εφηβεία στο έργο της, καθώς και οι επιρροές που άσκησε και δέχτηκε στον αγγλόφωνο χώρο της ψυχανάλυσης, είτε από τους Laufer, είτε και από την «Egopsychology» πέραν του Ατλαντικού, με τον PeterBlos, να ασχολείται κατεξοχήν με τους εφήβους και να έχει μεγάλο κλινικό και συγγραφικό έργο, το οποίο δεν έχει χάσει ακόμα και σήμερα από το ενδιαφέρον του.

Οι θέσεις της  MelanieKlein, η οποία δεν διαφοροποίησε τη θεωρία της σε σχέση με τον έφηβο, αναπτύσσονται στο βιβλίο από δύο εξαιρετικά κείμενα, των D. AgostiniC. Bronstein. Στο δεύτερο μάλιστα, που αφορά τις «φροϋδικές και κλαϊνικές θέσεις για την εφηβεία χθες και σήμερα», είναι πολύ ανάγλυφο αυτό που χαρακτηρίζει το πνεύμα αυτού του βιβλίου: η σύζευξη και η διαλεκτικοποίηση αντικρουόμενων απόψεων – όπως ήταν αυτές της AnnaFreud και MelanieKlein – και τα αποτελέσματα αυτών στο πέρασμα των χρόνων, όπως εμφανίζονται μέσα από τις μεταψυχολογικές έννοιες που γεννώνται στην ψυχαναλυτική θεωρητικοποίηση των επιγόνων τους. Στο συμπέρασμα αυτό μοιάζει να φτάνει η CatalynaBronstein, όταν αναφέρεται στην περίπτωση των Laufer και της κλαϊνικής σχολής, οι οποίοι αν και εκκινούν  από ένα τελείως διαφορετικό θεωρητικό υπόβαθρο, όσον αφορά τη σημασία των φαντασιώσεων, οι απόψεις τους συναντώνται στην περίπτωση των εφήβων και μπορούν να εμπλουτιστούν αμοιβαία.

Ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα κείμενα των εκπροσώπων της γαλλόφωνης ψυχανάλυσης και οι μεταψυχολογικές αποχρώσεις που ο καθένας από αυτούς έχει προσδώσει με αφορμή την εμπειρία τους με εφήβους. Έτσι μπορούμε να αναφερθούμε στον  Ph. Gutton, ιδρυτή της γαλλικής επιθεώρησης «Adolescence», του οποίου η έννοια του «Ενηβου» αναπτύσσεται στο κείμενο του «Το ένηβο, οι πηγές, η πορεία του». Ακόμα,   στον R. Cahn, ιδρυτή της πρότυπης ημερήσιας μονάδας για ψυχωτικούς εφήβους «CEREPMontsouris», στο Παρίσι,  ο οποίος, με την έννοια της «υποκειμενοποίησης», (subjectivation) διαφοροποιείται από προγενέστερες ψυχαναλυτικές τοποθετήσεις για τη λειτουργία του ψυχικού οργάνου στην εφηβεία: «Διαδικασία υποκειμενοποίησης, η οποία θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής, εμπλέκοντας ένα υποκείμενο που διαρκώς πρέπει να επινοεί εαυτόν, διαμέσου των δεσμών στην αναγκαιότητά τους, στη συνεχή τους αμφισβήτηση και στη διαρκή δυνητικότητα του υποκειμένου να λύσει τους δεσμούς, να ανασυνθέσει τους ίδιους ή άλλους, με τον ίδιο ή άλλο τρόπο».

Το κείμενο του Winnicott σε αυτή τη συλλογή, -τον οποίο ο Cahn επίσης μελετά όπως διαφαίνεται από τη σκέψη του-, αφορά αυτούς τους άλλους που συναντά ο έφηβος στην πραγματικότητα, αλλά και φαντασιωσικά. Η θέση του εφήβου στην κοινωνία , όπως διαμορφώνεται μέσα σε αυτήν, και η εξέλιξη των ιδεών γύρω από αυτόν  είναι το αντικείμενο της παρέμβασης του άγγλου ψυχαναλυτή.

Είναι ακριβώς ο έφηβος ασθενής,  ο έφηβος αναλυόμενος, που βρίσκεται στο επίκεντρο της ψυχαναλυτικής σκέψης γύρω από την οποία διαρθρώνονται τα νοήματα αυτών των κειμένων. Η κλινική δουλειά με τους εφήβους και η εμπειρία από την ατομική ή τη θεσμική εργασία με αυτούς, όπως του F. Ladame, στην Ελβετία, ή της  Ev. Kestemberg, στο Παρίσι, είναι στον πυρήνα της συγγραφής των κειμένων, ακόμα κι αν δεν επιλέγηκαν κείμενα που να εστιάζουν στα επιμέρους ψυχοπαθολογικά προβλήματα που συναντά ο κλινικός στην εφηβεία, όπως η ανορεξία ή η χρήση ουσιών ή και οι συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή και την ακεραιότητα των εφήβων.

Για το λόγο αυτό, αναπτύσσονται, -στο τρίτο μέρος του βιβλίου-  θέματα τεχνικής και μεθόδου προσέγγισης των εφήβων στην ψυχαναλυτική διαδικασία, η οποία δοκιμάζει συχνά όχι μόνο την αντιμεταβίβαση του αναλυτή, αλλά και την προσωπική και ηθική στάση που μπορεί να κληθεί να κρατήσει. «...Θεωρούμε ότι η ομιλία, όσο κι αν πράγματι αναγνωρίζει το πρόβλημα ή τη δυσφορία του υποκειμένου και το επανεντάσσει σε ένα σύστημα κατανόησης προσωπικό και συγχρόνως κοινό, δεν μπορεί να έχει αποτελεσματικότητα, αν δεν εμπλέκεται στο συναίσθημα και στη ναρκισσιστική ταύτιση με τον άλλον» (R. Cahn, σελ. 321).

Ο ψυχωτικός έφηβος και οι ψυχωτικού τύπου άμυνες που λειτουργούν ενάντια στο έργο της ιδιοποίησης του έμφυλου σώματος του υποκειμένου στην εφηβεία και της διατήρησης της ταυτισιακής  συνοχής και συνέχειας του γίνονται αντικείμενο μελέτης από τους ψυχαναλυτές εφήβων, όπως ο Γεράσιμος Στεφανάτος και τους γάλλους συναδέλφους του ψυχαναλυτές, της μεταφροϋδικής, αλλά και λακανικής σχολής (J.J.Rassial). Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στη σημαντικότατη συμβολή της P. Aulagnier, η οποία επηρέασε με το συνολικό έργο της την κατανόηση της ψυχογένειας της ψύχωσης και των μηχανισμών που αντιτίθενται στην υποκειμενική ιστορικοποίηση της ενορμητικής ζωής και των βιωμάτων της παιδικής ηλικίας του ατόμου.

«Αντι-αναλυόμενος ή suigeneris αναλυόμενος ο έφηβος;», αναρωτιέται ο Γερ. Στεφανάτος στην εισαγωγή του. «Υπάρχει η ψυχανάλυση του εφήβου;», αναρωτιούνται στο ομώνυμο συνέδριο το 2009 οι γάλλοι ψυχαναλυτές.

«(...)Η ύπαρξη των ψυχαναλυτικών ψυχοθεραπειών των εφήβων είναι ένα γεγονός, το όφελος που μπορεί να προκύψει από αυτές δεν είναι κάτι προς απόδειξη, οπότε...Πρέπει να θεωρήσει κανείς ότι το ερώτημα παραμένει, το ερώτημα που θέτει ο έφηβος στην ψυχανάλυση, στην πρακτική της, στη μέθοδό της, στο άκουσμά της. Ο έφηβος είναι ο ασθενής του αναλυτή, η εφηβεία είναι η αναλυόμενη της ψυχανάλυσης» ("Lapsychanalysedel'adolescentexiste-t-elle?", ed. Puf, 2010, sous la direction de Jacques Andre et  de Catherine Chabert).

Η σχέση που μπορεί να έχει η ψυχανάλυση με την εφηβεία διατρέχει με τη μορφή ερωτήματος το βιβλίο αυτό. Δεν πρόκειται για την «Ψυχανάλυση της εφηβείας», καθώς η ψυχανάλυση δεν αντιμετωπίζει την εφηβεία ως ένα αναπτυξιακό στάδιο που επιχειρεί να γνωρίσει. Δεν πρόκειται όμως και για την «Ψυχανάλυση του εφήβου», αφού αυτός φροντίζει να «ξεφεύγει» από τα θεραπευτικά και μη πλαίσια που του ορίζονται και επιχειρεί να τα διαπραγματεύεται διαρκώς, όταν δεν ακινητοποιείται από σημαντικούς μηχανισμούς άμυνας εναντίον των ενορμητικών ώσεων της ήβης, αλλά και των ταυτισιακών κλυδωνισμών – κυρίως με τον ίδιο του τον εαυτό- που αυτή επιφέρει.

Πρόκειται για τη σύνθετη διαλεκτική μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής πραγματικότητας, μεταξύ σώματος και ψυχισμού, μεταξύ κλασικής ψυχαναλυτικής προσέγγισης και ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων που αποκλίνουν από αυτή για να μπορέσουν να συναντήσουν τον ταραγμένο και ταραχώδη έφηβο. Πρόκειται για τη σαγήνη που ασκούν οι έφηβοι και ασκείται σε αυτούς, οι οποίοι αναδύονται, ο καθένας ως άλλη Αφροδίτη, από τα σκοτεινά νερά της λανθάνουσας περιόδου ή της παιδικής σεξουαλικότητας για άλλους, προκειμένου να συναντήσουν και να ιδιοποιηθούν το έμφυλο σώμα τους, αλλά και την αμφισεξουαλικότητα σε ψυχικό επίπεδο. Πρόκειται για τη δύναμη του ναρκισσισμού της ζωής και του ναρκισσισμού του θανάτου, που βρίσκουν πρόσφορο πεδίο στις μεταλλαγές του ψυχικού οργάνου κατά την εφηβεία.

Η διεύρυνση της έννοιας του «εφηβικού» στην ψυχανάλυση, ο προβληματισμός γύρω από τα ζητήματα της άρσης της απώθησης και της παράλληλης ενίσχυσης του μηχανισμού της απώθησης στις αναλύσεις των εφήβων, ή και των μεγαλυτέρων σε ηλικία ασθενών, τα θέματα μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης που βάζουν οι έφηβοι στον αναλυτή ή ακόμα και η θέση της εφηβείας στις αναλύσεις των οριακών ασθενών είναι ένα πολύ μικρό μέρος από τα πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα που τίθενται και αναπτύσσονται στο βιβλίο αυτό, το οποίο έρχεται να καλύψει ένα κενό στην ελληνική ψυχαναλυτική βιβλιογραφία. Δεν παραλείπει όμως να δημιουργήσει άλλα «κενά», γενεσιουργά αποριών και ερωτημάτων για περαιτέρω μελέτη και έρευνα.