Γεράσιμος Στεφανάτος: Εφηβεία και ψυχανάλυση σήμερα

Αν η σχέση του  Οιδίποδα με την ψυχανάλυση είναι αδιαμφισβήτητη και θεμελιώδης, η σχέση του εφήβου με την ψυχανάλυση είναι αμφισβητούμενη και περιπετειώδης, και στη χώρα μας –χώρα του Οιδίποδα λιγότερο προφανής από αλλού.

Είναι γνωστό, ότι το πλαίσιο της πρακτικής της ψυχανάλυσης και της ψυχοθεραπείας εφήβων στην Ελλάδα, καθορίστηκε από δύο κυρίως παράγοντες: αφενός από την ψυχιατρική μεταρρύθμιση της δεκαετίας του ΄80, η οποία άνοιξε το δρόμο για τη δημιουργία των λεγόμενων «ενδιάμεσων δομών φροντίδας». Αφετέρου από την εγκαθίδρυση της ψυχανάλυσης στην Ελλάδα, η οποία σηματοδοτήθηκε από την επιστροφή ελλήνων ψυχαναλυτών διαφόρων, διαφορετικών ψυχαναλυτικών σχολών του εξωτερικού και από την ανιστόρητη –θα έλεγα- εισαγωγή της πολυδιάσπασης του διεθνούς ψυχαναλυτικού κινήματος.

Οι διάφορες μικρές ομάδες και Εταιρείες ψυχανάλυσης και ψυχοθεραπείας που προέκυψαν, επικεντρώθηκαν μοιραίως στη δική τους θεσμοποίηση και λιγότερο στην έρευνα. Ωστόσο, αρκετοί ψυχαναλυτές και ψυχοθεραπευτές εργάζονται με συνέπεια στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με εφήβους και νέους, ενώ γίνονται αντίστοιχα σεμινάρια, διαλέξεις και δημοσιεύσεις. Χρειάζεται σίγουρα να εργαστούμε περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση. Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει ακόμη μέχρι σήμερα, οργανωμένη, εξειδικευμένη ψυχαναλυτική εκπαίδευση στην εργασία με εφήβους.

ΙΙ

Ίσως αυτό εκφράζει μια γενικότερη κατάσταση που μέχρι μια ορισμένη εποχή κυριαρχούσε διεθνώς. Ο έφηβος, «φτωχός συγγενής» της ψυχανάλυσης, «αντι-αναλυόμενος» ή suigenerisαναλυόμενος, θέτει σε δοκιμασία το αναλυτικό πλαίσιο και θέτει σε επερώτηση τη γνώση, την μέθοδο και την ηθική της ψυχανάλυσης.

Η ψυχανάλυση αρχικά ενδιαφέρθηκε για την ήβη, ως δεύτερο χρόνο της σεξουαλικής ωρίμανσης του ανθρώπου, και χρειάστηκε χρόνος προτού αναγνωριστεί, μέσα από την εξέλιξη των φροϋδικών εννοιολογικών εργαλείων, ότι η εφηβεία δεν αποτελεί απλώς ηλικιακή φάση αλλά ψυχική διαδικασία που επιτρέπει την ενσωμάτωση των αλλαγών της ήβης. Αυτή ακριβώς την εξέλιξη των εννοιολογικών εργαλείων περιέγραψε η Αννί Μπιρώ σε μια σημαντική έκδοση του CILA, με τίτλο «Η εφηβεία στην ιστορία της ψυχανάλυσης», που εκδόθηκε το 1996 υπό τη διεύθυνση του Φρανσουά Μαρτύ, ενώ ο Φρανσουά Λαντάμ, στην Ελβετία, ένα χρόνο μετά, δημοσίευσε ένα ακόμα σημαντικό βιβλίο, «Εφηβεία και ψυχανάλυση: μία ιστορία». Στην Ελλάδα, δημοσιεύσαμε το 2013 το βιβλίο «Ψυχανάλυση και εφηβεία: θεωρητικά και κλινικά ορόσημα», που συγκεντρώνει κλασσικά ψυχαναλυτικά κείμενα και σημαντικές ψυχαναλυτικές έρευνες των τελευταίων τριάντα πέντε ετών, τα οποία αποτελούν στο σύνολό τους ένα πλαίσιο βασικής θεωρητικο-πρακτικής αναφοράς που λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες των ψυχικών διεργασιών της εφηβείας και της αναλυτικής εργασίας με τους εφήβους.

Μιλώντας για εφηβεία σήμερα, θεωρώ ότι, τουλάχιστον μεταξύ ψυχαναλυτών, εννοούμε το σύνολο των ψυχικών διεργασιών που επιτελούνται επί της ήβης, επί των φαντασιακών και συμβολικών σημασιών που την επικαθορίζουν σε κάθε πολιτισμικό μόρφωμα.

Με στόχο ακριβώς, τη μελέτη, την έρευνα και τον εμπλουτισμό αυτής της θεώρησης για την εφηβεία, το 2012 συγκεντρώθηκαν –με πρωτοβουλία δική μου- ορισμένοι συνάδελφοι ψυχαναλυτές (κάποιοι μέλη ή εκπαιδευόμενα μέλη ψυχαναλυτικών εταιρειών), με κλινική εμπειρία με εφήβους (κάποιοι σε θεσμικά και θεραπευτικά πλαίσια για εφήβους, κάποιοι εργαζόμενοι ιδιωτικά). Τελικά συγκροτήσαμε το 2013 την εταιρεία που ονομάσαμε ΕΝΗΒΟ. Βασική προϋπόθεση συμμετοχής ήταν και είναι, αφενός η προσωπική σχέση με την ψυχανάλυση- αυτή που διασφαλίζει μόνο η προσωπική ανάλυση- αφετέρου η κλινική ψυχαναλυτική πρακτική με εφήβους.

Πηγή έμπνευσης αυτής της κίνησης ήταν οι δυσκολίες και τα ερωτήματα μεθόδου, θεωρίας και τεχνικής, που αντιμετωπίζει ο ψυχαναλυτής στη συνάντησή του με τον έφηβο και που σχηματικά θα διατύπωνα ως εξής: 

-Πώς, ο ψυχαναλυτής θα διασφαλίσει τους όρους και τις συνθήκες που επιτρέπουν την επισήμανση αν όχι την ερμηνεία των έντονων μεταβιβαστικών και αντιμεταβιβαστικών κινήσεων στο πεδίο της συνάντησης;

-Πώς ακόμη, ο ψυχαναλυτής, θα λάβει υπόψη τις όποιες παθολογικές εκβάσεις μιας εφηβείας χωρίς να τις εντάξει στα «ελλείμματα» της όποιας αναπτυξιακής θεώρησης αλλά και χωρίς να περιοριστεί η ακοή του από την ακινησία και τον φορμαλισμό της «δομής» που στερεί από την εφηβεία τη δική της ιδιαίτερη δυναμική;

Πρώτο μέλημα ήταν η έκδοση ενός βιβλίου που επιχειρεί να ορίσει τα κλινικά και θεωρητικά ορόσημα του ψυχαναλυτή στο ταξίδι του με τον έφηβο, στην τέχνη και την τεχνική της όποιας δυνατής συμπόρευσης μαζί του. Την τελευταία τριακονταετία, είναι αδιαμφισβήτητο, ότι η εφηβεία απέκτησε δική της αυτόνομη υπόσταση στο πεδίο της ψυχαναλυτικής θεωρίας και πρακτικής. Ο «φτωχός συγγενής της ψυχανάλυσης», όπως την αποκαλούσε η Άννα Φρόυντ, έγινε –θα έλεγα- όψιμο τέκνο της ψυχανάλυσης.

ΙΙΙ

Πώς τίθεται βέβαια το ερώτημα αυτό σήμερα και ειδικότερα στην Ελλάδα, παραμένει ανοικτό και είναι για εμάς προς διερεύνηση, στον διάλογο μεταξύ αναλυτών. Τα ερωτήματα είναι σημαντικά:

-Διαθέτουμε άραγε, μια επαρκή μεταψυχολογική αναφορά για την «εφηβική θέση» - όπως έλεγε πρόσφατα ο γάλλος ψυχαναλυτής Ζακ Αντρέ- και για την ψυχική διαδικασία –θα προσέθετα- που την χαρακτηρίζει και την εξειδικεύει;

-Κατέχουμε άραγε, μια θεωρία της κλινικής πρακτικής με εφήβους που να λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις ιδιαίτερες μορφές της μεταβίβασης, την αντίστοιχη ακρόαση του υλικού και τις δυνατότητες υποκειμενοποίησης εντός της αναλυτικής σχέσης;

Βρισκόμαστε στο πεδίο μιας, κατά το μάλλον ή ήττον, προχωρημένης έρευνας που όμως έχει ήδη θέσει τα θεμέλια και τις προϋποθέσεις της συνέχισής της.

Από την άλλη όμως πλευρά, πώς θα αποφύγουμε τον κίνδυνο που καραδοκεί; Αφορά τον ενδεχόμενο κατακερματισμό της ψυχαναλυτικής πρακτικής με αναφορά την ηλικία και την ειδική συμπτωματολογία. Αφορά επίσης τον κατακερματισμό της διαμόρφωσης των νέων ψυχαναλυτών με αποτέλεσμα εξειδικευμένες κωδικοποιημένες εκπαιδεύσεις και αντίστοιχες τεχνοκρατικού τύπου ψυχοθεραπείες των εφήβων. Η ψυχαναλυτική πρακτική με ή χωρίς ντιβάνι, με ενήλικες, παιδιά ή εφήβους, ουδόλως συνεπάγεται την εγκατάλειψη της φροϋδικής μεθόδου και της γενικής μεταψυχολογίας.

Με αυτούς τους όρους, όπως περίπου και ο έφηβος, είμαστε , όπως έλεγε κάποιος από εμάς, «εσωστρεφείς» στις διεργασίες μας και στις δι-αναλυτικές συνεργασίες και συγχρόνως «εξωστρεφείς», «ανοικτοί» στον κοινωνικο-ιστορικό κόσμο που μας περιβάλλει.